Οι νταήδες του πνεύματος
(Μια απάντηση στον κ. Παντελή Μπουκάλα)
Υπάρχει μια ιδιαίτερη κάστα προερχόμενη από τις δεξαμενές της
«Αριστεράς» (όχι Αριστερής… αθάνατη καθαρεύουσα!),η οποία διαπρέπει στις
καλές Τέχνες και τη λογοτεχνία. Πολλά μέλη της εργάζονται σκληρά για τα
προς το ζην ασχολούμενοι, συνήθως, με την δημοσιογραφία, επάγγελμα το
οποίο, ως γνωστόν, δύναται να ασκήσει κάποιος, μολονότι απαίδευτος.
Ήκμασε κατά τα έτη μετά τη «Μεταπολίτευση», περίοδο κατά την οποία
ευδοκίμησαν η αγραμματοσύνη, η ευκολία, το θράσος, η εκδικητικότητα και η
δημοκρατική υποκρισία. Αναπτύχθηκε στα ειδικά θερμοκήπια των κομμάτων,
εντός και εκτός Βουλής και μεταφυτεύτηκε στα χερσοχώραφα της ελληνικής
κοινωνίας.
Αρκετοί εκπρόσωποί της δραστηριοποιήθηκαν εξαργυρώνοντας νοθευμένες
περγαμηνές στα οικεία Πρυτανεία (κατά τον Κ. Βάρναλη Τεμπελχανεία).
Έλαμψαν ως φυσιογνωμίες σε υπουργεία και οργανισμούς, όπως της Παιδείας,
της Κακότητας, της Εμπάθειας, και της Δημόσιας Υπηρεσίας Λιμναζόντων
Υδάτων ( ΔΥΛΥ ). Ανταποδίδοντας δε, προς αυτούς η Πολιτεία αλλά και ο
ιδιωτικός τομέας, τους απένειμε βραβεία και τιμές και τους επιδαψίλευσε
(επί + δαψιλής (άφθονος) ) άφθονο κύρος και πνευματική «υποστάθμη», όπως
θα έλεγε με το ύφος του ο αείμνηστος Βασίλης Αυλωνίτης.
Κάποιοι άλλοι, αφού αφίππευσαν, ασχολήθηκαν έκτοτε με έργα ειρηνικά,
όπως η παραποίηση της αλήθειας, η συκοφαντία, η προπαγάνδα και η διά του
Τύπου εξαχρείωση του πολίτη.
Άλλοι τινές, της αυτής κάστας, οι πλέον σωματώδεις, διέπρεψαν ως
πνευματικοί μπράβοι και παλικαράδες, εκφοβίζοντας καλλιτέχνες ή
λογοτέχνες, εκείνους, βεβαίως, που φοβούνται ή εκείνους που προσδοκούν
κάποτε να λάβουν ένα ξεροκόμματο βραβείο.